13.9.20

 





Πληροφορίες για τη λοίμωξη COVID-19

στα παιδιά και το ρόλο των σχολικών μονάδων στη μετάδοση του ιού

 

Η λοίμωξη COVID-19 (Corona Virus Disease 2019) οφείλεται στον ιό SARS-CoV-2 (Severe Acute Respiratory Syndrome Coronavirus 2) ο οποίος μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω αναπνευστικών σταγονιδίων που αποβάλλονται μέσω της ομιλίας και ιδιαίτερα μέσω βήχα ή πταρμού, ή με άμεση ή έμμεση επαφή με εκκρίσεις του αναπνευστικού συστήματος (δηλαδή μέσω μολυσμένων χεριών όταν αυτά έρχονται σε επαφή με το στόμα, τη μύτη ή τα μάτια, ή με επιμολυσμένες επιφάνειες).

 Ο μέσος χρόνος επώασης της νόσου, δηλαδή το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της μόλυνσης και της εκδήλωσης των συμπτωμάτων, είναι 5-6 ημέρες, ενώ κυμαίνεται από 2 έως 14 ημέρες.

Λιγότερο από 5% των καταγεγραμμένων κρουσμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση αφορά παιδιά, ενώ διεθνώς το ποσοστό των προσβεβλημένων παιδιών κυμαίνεται από 1- 7%, σύμφωνα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Η λοίμωξη COVID-19 στα παιδιά συνήθως εκδηλώνεται με ηπιότερα συμπτώματα ή είναι ασυμπτωματική και εμφανίζει σημαντικά μικρότερη θνητότητα. Ειδικότερα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση η θνητότητα σε ηλικίες κάτω των 19 ετών υπολογίζεται σε ποσοστό 0,03%.

Τα συχνότερα συμπτώματα της λοίμωξης COVID-19 στα παιδιά είναι πυρετός και βήχας. Άλλα συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν είναι:

             Δυσκολία στην αναπνοή

             Μυαλγίες

             Ρίγος

             Πονοκέφαλος

             Δυσκαταποσία

             Ρινική καταρροή/συμφόρηση

             Ναυτία / έμετος

             Κοιλιακός πόνος, διαρροϊκές κενώσεις

 

Σύμφωνα με τα δεδομένα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) το ποσοστό των νοσηλευόμενων παιδιών είναι υψηλότερο στην ηλικιακή ομάδα 0-4 ετών (10%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα παιδιά ηλικίας 5- 11 ετών και 12-18 ετών, έχει βρεθεί 3% και 4% αντίστοιχα.

Τα νεογνά και τα βρέφη αποτελούν την πιο ευάλωτη ηλικιακή ομάδα μεταξύ των παιδιών για την εμφάνιση σοβαρής λοίμωξης. Η συνύπαρξη υποκείμενων νοσημάτων σε παιδιά και εφήβους, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση σοβαρής νόσου και ανάγκης νοσηλείας σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Σε κάποιες χώρους έχουν αναφερθεί μεμονωμένα περιστατικά παιδιών με πολυοργανικό φλεγμονώδες σύνδρομο, που εκδηλώνεται έπειτα από έκθεση στον ιό SARS-CoV-2 και αποτελεί συστηματική εκδήλωση της νόσου με επίμονο πυρετό και δυσλειτουργία ζωτικών οργάνων. Σπάνιες επίσης επιπλοκές της νόσου στα παιδιά, είναι η μυοκαρδίτιδα και η νεφρική δυσλειτουργία.

 

Αποτελέσματα μελετών καταδεικνύουν ότι τα παιδιά δεν αποτελούν τη συνήθη πηγή μετάδοσης του ιού SARS-CoV-2, σε αντίθεση με το ρόλο που διαδραματίζουν στη διασπορά άλλων αναπνευστικών ιών όπως ο ιός της εποχικής γρίπης.

 

Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα δεδομένα, η πλειονότητα των παιδιών με λοίμωξη COVID-19, έχει καταγραφεί στο πλαίσιο ενδοοικογενειακής μετάδοσης. Από τα αποτελέσματα διερεύνησης περιστατικών που ανιχνεύθηκαν σε σχολικό περιβάλλον, προκύπτει ότι η μετάδοση της νόσου μεταξύ των παιδιών και από παιδιά σε ενήλικες είναι μάλλον ασυνήθης και συνεπώς, με την προϋπόθεση της συστηματικής εφαρμογής των απαραίτητων μέτρων προφύλαξης, οι εκπαιδευτικές μονάδες δεν αποτελούν περιβάλλον με αυξημένη δυναμική διασποράς του ιού σε σχέση με ανάλογους χώρους κοινωνικής δραστηριότητας των παιδιών.

 

Από τα στοιχεία του ECDC προκύπτει ότι η αναστολή λειτουργίας των σχολικών μονάδων όταν δε συνδυάζεται με άλλα μέτρα, δεν φαίνεται να συμβάλλει αποτελεσματικά στον περιορισμό της διασποράς του ιού στην κοινότητα και δεν προσφέρει επιπλέον προστασία για την υγεία των παιδιών.